-
1 περί-φαντος
περί-φαντος, = περιφανής; πᾶσιν περίφαντος αἰεί, berühmt, Soph. Ai. 595; περίφαντος ἁ'νὴρ ϑανεῖται, 225, offenbar, sicher.
-
2 περίφαντος
περί-φαντος, berühmt; περίφαντος ἁ' νὴρ ϑανεῖται, offenbar, sicher
1 περί-φαντος
περί-φαντος, = περιφανής; πᾶσιν περίφαντος αἰεί, berühmt, Soph. Ai. 595; περίφαντος ἁ'νὴρ ϑανεῖται, 225, offenbar, sicher.
2 περίφαντος